μελάνθιο

μελάνθιο
Ονομασία δύο οικισμών. 1. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 820 μ., 218 κάτ.) του νομού Καστοριάς. Βρίσκεται στο νότιο τμήμα του νομού, σε απόσταση 29 χλμ. ΝΔ της Καστοριάς. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Ορέστιδος. 2. Ορεινός οικισμός (υψόμ. 530 μ., 235 κάτ.) του νομού Κιλκίς. Βρίσκεται στο νοτιοανατολικό τμήμα του νομού, 23 χλμ. ΝΑ του Κιλκίς. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Κιλκίς.
* * *
το (ΑM μελάνθιον, Α και μελάνθεον και μελάνθυον και μελάνθειον, Μ και μελάνθιν)
νεοελλ.
βοτ. γένος μονοκότυλων ποωδών φυτών τής οικογένειας λιλιίδες
μσν.-αρχ.
(κατά τον Διοσκουρίδη) φρ. «μελάνθιον τὸ ἥμερον»
πιθ. το κύμινο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, -ανος + ἀνθίον (< ἄνθος), πρβλ. φυλλ-άνθιον].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • Liste bulgarischer Bezeichnungen griechischer Orte — Dieser Artikel oder Abschnitt bedarf einer Überarbeitung. Näheres ist auf der Diskussionsseite angegeben. Hilf mit, ihn zu verbessern, und entferne anschließend diese Markierung. In dieser Liste werden die südslawischen den griechischen… …   Deutsch Wikipedia

  • Liste mazedonischer Bezeichnungen griechischer Orte — Dieser Artikel oder Abschnitt bedarf einer Überarbeitung. Näheres ist auf der Diskussionsseite angegeben. Hilf mit, ihn zu verbessern, und entferne anschließend diese Markierung. In dieser Liste werden die südslawischen den griechischen… …   Deutsch Wikipedia

  • Liste südslawischer Bezeichnungen griechischer Orte — In dieser Liste werden die südslawischen den griechischen Bezeichnungen von Orten in Griechenland gegenübergestellt. Viele griechische Siedlungen hatten in ihrer Geschichte griechische und nichtgriechische Namensformen. Eine Vielzahl dieser Namen …   Deutsch Wikipedia

  • μελάνθη — μελάνθη, ἡ (Μ) το φυτό μελάνθιο. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταπλασμένος τ. τού μελάνθιο*, πιθ. αναλογικά προς ουσ. σε άνθη (πρβλ. οἰνάνθη) ή προς ονόματα φυτών θηλ. γένους (πρβλ. μαλάχη)] …   Dictionary of Greek

  • ατθιδογράφοι — Σειρά από αρχαίους ιστορικούς, που από τον 4o αι. π.Χ. καλλιέργησαν μια παράδοση αττικής συγγραφικής δραστηριότητας. Έγραψαν Ατθίδες, δηλαδή χρονικά και έρευνες για την ιστορία της Αθήνας, με παράλληλη προσπάθεια να ερμηνεύσουν τις τοπικές… …   Dictionary of Greek

  • μελάνθεον — μελάνθεον, τὸ (Α) βλ. μελάνθιο …   Dictionary of Greek

  • μελάνθινος — μελάνθινος, ίνη, ον (Α) [μελάνθιον] κατασκευασμένος από το διακοσμητικό φυτό μελάνθιο («μελάνθινον ἔλαιον», Διοσκ.) …   Dictionary of Greek

  • μελάνσπερμον — μελάνσπερμον, τὸ (Α) το ποώδες φυτό μελάνθιο. [ΕΤΥΜΟΛ. < μέλας, ανος + σπέρμα] …   Dictionary of Greek

  • Σικυών — I Αρχαία πόλη της βορειοανατολικής Πελοποννήσου, κοντά στο σημερινό Κιάτο (του οποίου ο δήμος ονομάζεται δήμος Σικυώνας· υπάρχει επίσης και σημερινό χωριό με το όνομα Σικυών) στην περιοχή της Σικυωνίας. Η αρχαία Σικυωνία στη βόρεια πλευρά της… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”